d'amour-propre στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για d'amour-propre στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

2. pride (self-respect):

pride μειωτ
orgueil αρσ
il avait trop d'amour-propre pour…

Μεταφράσεις για d'amour-propre στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

d'amour-propre στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για d'amour-propre στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

amour-propre <amours-propres> [amuʀpʀɔpʀ] ΟΥΣ αρσ

Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γαλλικά
Il vit au jour le jour, satisfaisant ses besoins primaires, mais cumulant les déconvenues et subissant de nombreuses blessures d'amour-propre.
fr.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski