croyant στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για croyant στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

I.croyant (croyante) [kʀwɑjɑ̃, ɑ̃t] ΕΠΊΘ

II.croyant (croyante) [kʀwɑjɑ̃, ɑ̃t] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

non-croyant (non-croyante) <αρσ πλ non-croyants> [nɔ̃kʀwɑjɑ̃, ɑ̃t] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

3. croire (penser):

il est malin, (il ne) faut pas οικ croire!

II.croire à ΡΉΜΑ μεταβ έμμ αντικείμ

1. croire à (admettre comme vrai):

III.croire en ΡΉΜΑ μεταβ έμμ αντικείμ

Βλέπε και: Dieu

bon Dieu! αργκ
bon Dieu d'bon Dieu! αργκ
good God almighty! οικ
nom de Dieu! αργκ
Christ almighty! αργκ
qui donne aux pauvres prête à Dieu παροιμ
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για croyant στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
non-croyant/-e αρσ/θηλ
croyant
un fervent croyant
believer ΘΡΗΣΚ
croyant/-e αρσ/θηλ

croyant στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για croyant στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

croyant μετ ενεστ de croire

Βλέπε και: croire

II.croyant(e) [kʀwajɑ̃, jɑ̃t] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

I.non-croyant(e) <non-croyants> [nɔ̃kʀwajɑ̃, jɑ̃t] ΕΠΊΘ

II.non-croyant(e) <non-croyants> [nɔ̃kʀwajɑ̃, jɑ̃t] ΟΥΣ αρσ(θηλ)

Μεταφράσεις για croyant στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
non-croyant(e) αρσ (θηλ)
non-croyant(e) αρσ (θηλ)
croyant(e) αρσ (θηλ)
croyant à tort que ...

croyant Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski