hard-bought στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για hard-bought στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για hard-bought στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

fatica <πλ fatiche> [faˈtika, ke] ΟΥΣ θηλ

1. fatica (sforzo):

7. fatica:

hard-bought, hard-earned, hard-won

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
The distinction is not scholastic subterfuge, but a hard-bought acquisition in the fight for freedom.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski