Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σοκ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σοκ [sɔk] SUBST ουδ αμετάβλ

σοκ
Schock αρσ
Hitzeschock αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский