Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παλμοφέρουσα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παλμοφέρουσα [palmɔˈfɛrusa] SUBST θηλ ΤΗΛ

παλμοφέρουσα
Impulsträger αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский