Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άφαντος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άφαντ|ος <-η, -ο> [ˈafandɔs] ΕΠΊΘ

1. άφαντος (αόρατος):

άφαντος

2. άφαντος (που εξαφανίστηκε):

άφαντος
γίνομαι άφαντος

3. άφαντος (που κηρύχθηκε σε αφάνεια):

άφαντος

Παραδειγματικές φράσεις με άφαντος

γίνομαι άφαντος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский