I. tessalonicese [tessaloniˈtʃese] ΕΠΊΘ
- tessalonicese
-
II. tessalonicese [tessaloniˈtʃese] ΟΥΣ αρσ θηλ
- tessalonicese
-
- Lettere ai Tessalonicesi ΒΊΒΛΟς
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.