

- speleologo (speleologa)
-
- speleologo (speleologa)
-
- speleologo (speleologa)
- potholer βρετ
- speleologo (speleologa)
- spelunker αμερικ
- speleologo (speleologa)
-




- speleologo (-a)
-
- speleologo (-a)
-


Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.