στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia


I. materialista <m.πλ materialisti, f.pl. materialiste> [materjaˈlista] ΕΠΊΘ
- materialista
-
- materialista
- wordly μειωτ
II. materialista <m.πλ materialisti, f.pl. materialiste> [materjaˈlista] ΟΥΣ αρσ θηλ
- materialista
-


στο λεξικό PONS


materialista <-i αρσ, -e θηλ> [ma·te·ria·ˈlis·ta] ΟΥΣ αρσ θηλ
- materialista
-


-
- materialista αρσ θηλ
-
- materialista
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.