disillabico <πλ disillabici, disillabiche> [disilˈlabiko, tʃi, ke] ΕΠΊΘ ΓΛΩΣΣ
- disillabico
-
-
- bisillabico, disillabico, bisillabo
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.