στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
concessivo [kontʃesˈsivo] ΕΠΊΘ
concessivo frase, proposizione:
στο λεξικό PONS
concessiva [kon·tʃes·ˈsi:·va] ΟΥΣ θηλ ΓΛΩΣΣ
- concessiva
-
concessivo (-a) [kon·tʃes·ˈsi:·vo] ΕΠΊΘ (congiunzione, proposizione)
- concessivo (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.