στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
agonistica [aɡoˈnistika] ΟΥΣ θηλ
- agonistica
-
agonistico <πλ agonistici, agonistiche> [aɡoˈnistiko, tʃi, ke] ΕΠΊΘ
1. agonistico:
2. agonistico μτφ:
στο λεξικό PONS
agonistico (-a) <-ci, -che> [a·go·ˈnis·ti·ko] ΕΠΊΘ ΑΘΛ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.