Oxford Spanish Dictionary
soñoliento (soñolienta) ΕΠΊΘ
soñoliento → somnoliento
somnoliento (somnolienta) ΕΠΊΘ
- somnoliento (somnolienta)
-
- somnoliento (somnolienta)
-
στο λεξικό PONS
soñoliento (-a) ΕΠΊΘ
- soñoliento (-a)
-
soñoliento (-a) [so·ɲo·ˈljen·to, -a] ΕΠΊΘ
- soñoliento (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.