Oxford Spanish Dictionary
rudeza innecesaria ΟΥΣ θηλ
innecesario (innecesaria) ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
innecesario (-a) ΕΠΊΘ
- innecesario (-a)
-
innecesario (-a) [in·ne·se·ˈsa·rjo, -a; in·ne·θe-] ΕΠΊΘ
- innecesario (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.