Oxford Spanish Dictionary
respectivo (respectiva) ΕΠΊΘ
1. respectivo (correspondiente):
- respectivo (respectiva)
-
στο λεξικό PONS
respectivo (-a) ΕΠΊΘ
- respectivo (-a)
-
respectivo (-a) [rres·pek·ˈti·βo, -a] ΕΠΊΘ
- respectivo (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.