Oxford Spanish Dictionary
quejumbroso (quejumbrosa) ΕΠΊΘ
1. quejumbroso tono:
2. quejumbroso persona:
- quejumbroso (quejumbrosa)
-
στο λεξικό PONS
quejumbroso (-a) ΕΠΊΘ
- querulous voice
- quejumbroso, -a
quejumbroso (-a) [ke·xum·ˈbro·so, -a] ΕΠΊΘ
- querulous voice
- quejumbroso, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.