Oxford Spanish Dictionary
indefenso (indefensa) ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
indefenso (-a) ΕΠΊΘ
- indefenso (-a)
- defenceless βρετ
- indefenso (-a)
- defenseless αμερικ
indefenso (-a) [in·de·ˈfen·so, -a] ΕΠΊΘ
- indefenso (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.