Oxford Spanish Dictionary
 
 constructor1 (constructora) ΕΠΊΘ
I. constructor2 (constructora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. constructor ΟΙΚΟΔ:
-  constructor (constructora)
 -  
 
-  constructor (constructora)
 -  
 
2. constructor (de coches):
-  constructor (constructora)
 -  
 
II. constructora ΟΥΣ θηλ
 
 στο λεξικό PONS
 
 constructor(a) ΟΥΣ αρσ(θηλ)
 
 
 
 constructor(a) [kons·truk·ˈtor, -·ˈto·ra] ΟΥΣ αρσ(θηλ)
 
 PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.