νερό [nɛˈrɔ] SUBST ουδ
1. νερό:
- νερό
- Wasser ουδ
- πόσιμο νερό
- Trinkwasser ουδ
-
- Regenwasser ουδ
- θαλασσινό νερό
- Meerwasser ουδ
- αλμυρό νερό
- Salzwasser ουδ
- αποσταγμένο νερό
-
-
- Süßwasserfisch αρσ
- πηγαίο νερό
- Quellwasser ουδ
- δεσμευμένο νερό ΧΗΜ
-
- μεταλλικό νερό
- Mineralwasser ουδ
- νερό συμπύκνωσης
- Kondenswasser ουδ
- τρεχούμενο νερό
-
3. νερό (βροχή):
- νερό
- Regen αρσ
νερό SUBST
- βασιλικό νερό ΧΗΜ
- Königswasser ουδ
νερό SUBST
-
- Leitungswasser ουδ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
- Regenwasser ουδ
- νερό ουδ ψύξης
- Kühlwasser ουδ
- μεταλλικό νερό
- Mineralwasser ουδ
- πηγαίο νερό
- Quellwasser ουδ