Unterhaltsberechtigte(r) <-n, -n> SUBST mf ΝΟΜ
unterhaltsberechtigt ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- Untergrundorganisation
- unterhaken
- unterhalb
- Unterhalt
- unterhalten
- Unterhaltsberechtigte Unterhaltsberechtigter
- Unterhaltsgewährung
- Unterhaltsklage
- Unterhaltskosten
- Unterhaltspflicht
- unterhaltspflichtig