I. unbefristet ΕΠΊΘ
- unbefristet Arbeitsverhältnis, Vertrag
-
- unbefristet Aufenthaltserlaubnis, Visum
-
II. unbefristet ΕΠΊΡΡ
- unbefristet gelten
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.