I. human [huˈmaːn] ΕΠΊΘ
2. human (verständnisvoll):
- human
-
II. human [huˈmaːn] ΕΠΊΡΡ
1. human:
- human
-
2. human (verständnisvoll):
- human
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.