στο λεξικό PONS
Hoch·schul·ab·sol·vent(in) <-en, -en> ΟΥΣ αρσ(θηλ) ΣΧΟΛ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Hochschulabsolvent(in) ΟΥΣ αρσ(θηλ) ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.