Alt·sprach·ler(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ) οικ
Altsprachler → Altphilologe
Alt·phi·lo·lo·ge (-phi·lo·lo·gin) <-n, -n; -, -nen> ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- Altphilologe (-phi·lo·lo·gin)
-
- Altphilologe (-phi·lo·lo·gin)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.