reproducteur [ʀəpʀɔdyktœʀ] ΟΥΣ αρσ ΤΕΧΝΟΛ
- reproducteur
-
reproducteur (-trice) [ʀ(ə)pʀɔdyktœʀ, -tʀis] ΕΠΊΘ
- organe reproducteur
-
- taureau reproducteur
- Zuchtbulle αρσ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.