- raclette
- Schaber αρσ
- raclette
- Kratzer αρσ
- raclette du ramoneur
- Schultereisen ουδ
- raclette en caoutchouc
- Gummischieber αρσ
-
- Schabeisen ουδ
-
- Kratzeisen ουδ
- raclette (fromage)
- Raclettekäse αρσ
- raclette (spécialité)
- Raclette θηλ o ουδ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.