fameux (-euse) [famø, -øz] ΕΠΊΘ
1. fameux:
- fameux (-euse)
-
2. fameux (excellent):
- fameux (-euse) mets, vin
-
- fameux (-euse) mets, vin
-
- fameux (-euse) idée
-
- fameux (-euse) idée
-
- fameux (-euse) travail
-
3. fameux πρόθεμα souvent ειρων (énorme):
4. fameux (célèbre):
- fameux (-euse)
-
- fameux (-euse) ειρων
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.