Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
vapor|eux (vaporeuse) [vapɔʀø, øz] ΕΠΊΘ
1. vaporeux (léger):
- vaporeux (vaporeuse) vêtement, matériau
-
2. vaporeux (brumeux) τυπικ:
- vaporeux (vaporeuse) paysage, horizon
-
στο λεξικό PONS
vaporeux (-euse) [vapɔʀø, -øz] ΕΠΊΘ
vaporeux tissu, cheveux:
- vaporeux (-euse)
-
vaporeux (-euse) [vapɔʀø, -øz] ΕΠΊΘ
vaporeux tissu, cheveux:
- vaporeux (-euse)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.