Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. isotherme [izotɛʀm] ΕΠΊΘ
II. isotherme [izotɛʀm] ΟΥΣ θηλ
- isotherme
-
στο λεξικό PONS
isotherme [izɔtɛʀm] ΕΠΊΘ
1. isotherme:
2. isotherme ΜΕΤΕΩΡ:
- isotherme
-
-
- isotherme θηλ
isotherme [izɔtɛʀm] ΕΠΊΘ
2. isotherme ΜΕΤΕΩΡ:
- isotherme
-
-
- isotherme θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.