Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
exécutrice ΟΥΣ θηλ
exécutrice → exécuteur
I. exécu|teur (exécutrice) [ɛɡzekytœʀ, tʀis] ΟΥΣ αρσ (θηλ) (de décision, décret)
II. exécuteur [des hautes œuvres] ΟΥΣ αρσ ΙΣΤΟΡΊΑ (bourreau)
III. exécu|teur (exécutrice) [ɛɡzekytœʀ, tʀis]
I. exécu|teur (exécutrice) [ɛɡzekytœʀ, tʀis] ΟΥΣ αρσ (θηλ) (de décision, décret)
II. exécuteur [des hautes œuvres] ΟΥΣ αρσ ΙΣΤΟΡΊΑ (bourreau)
III. exécu|teur (exécutrice) [ɛɡzekytœʀ, tʀis]
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.