Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
 
 
 
 στο λεξικό PONS
 
 instinctif (-ive) [ɛ̃stɛ̃ktif, -iv] ΕΠΊΘ
-  instinctif (-ive)
 -  
 
 
 -  unstudied reaction
 -  
 
 
 instinctif (-ive) [ɛ͂stɛ͂ktif, -iv] ΕΠΊΘ
-  instinctif (-ive)
 -  
 
 
 -  unstudied reaction
 -  
 
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- D.E.S.S.
 - D.E.U.G.
 - D.J.
 - D.O.M.
 - D.O.M.-T.O.M.
 - d'instinctif
 - dab
 - dacquois
 - dacron
 - dactyle
 - dactylique