I. un·for·tu·nate [ʌnˈfɔ:tʃənət] ΕΠΊΘ
1. unfortunate (unlucky):
2. unfortunate (regrettable):
- unfortunate
-
- unfortunate manner
-
3. unfortunate (adverse):
II. un·for·tu·nate [ʌnˈfɔ:tʃənət] ΟΥΣ form χιουμ
- unfortunate
-
- unfortunate
- nesrečnica αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.