re·dun·dant [rɪˈdʌndənt] ΕΠΊΘ
1. redundant (superfluous):
- redundant
-
- redundant ΓΛΩΣΣ
-
2. redundant (unemployed):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.