math·emati·cal [ˌmæθəmˈætɪkəl] ΕΠΊΘ
math·ema·ti·cian [ˌmæθəməˈtɪʃən] ΟΥΣ
math·emat·ics [mæθəmˈætɪks] ΟΥΣ + ενικ ρήμα
gram·mati·cal [grəˈmætɪkəl] ΕΠΊΘ
I. ma·terial [məˈtɪəriəl] ΟΥΣ
1. material (substance):
4. material (equipment):
- materials πλ
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.