wall in ΡΉΜΑ μεταβ usu passive
- wall
- obzidavati [στιγμ obzidati]
wall off ΡΉΜΑ μεταβ usu passive
- wall
- zagrajevati [στιγμ zagraditi]
wall up ΡΉΜΑ μεταβ
1. wall (imprison):
- wall
- zapirati [στιγμ zapreti]
2. wall (fill in):
- wall
- zazidavati [στιγμ zazidati]
ˈwall hang·ing ΟΥΣ
- wall hanging
- tapiserija θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.