variational [βρετ vɛːrɪˈeɪʃ(ə)n(ə)l, αμερικ ˌvɛriˈeɪʃ(ə)n(ə)l] ΕΠΊΘ
1. variational (pertaining to variation):
- variational
-
2. variational:
- variational ΜΑΘ, ΦΥΣ
-
-
- variational
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.