στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
unhealthy [βρετ ʌnˈhɛlθi, αμερικ ˌənˈhɛlθi] ΕΠΊΘ
1. unhealthy ΙΑΤΡ:
- unhealthy person
-
- unhealthy complexion
-
- unhealthy cough
-
- unhealthy diet
-
- unhealthy μτφ economy
-
στο λεξικό PONS
unhealthy <-ier, -iest> [ʌn·ˈhel·θi] ΕΠΊΘ
1. unhealthy (sick):
- unhealthy
- malaticcio, -a
3. unhealthy οικ (dangerous):
- unhealthy
- pericoloso, -a
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.