στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
 
  
  
  
 I. antiabortista <m.πλ antiabortisti, f.pl. antiabortiste> [antiaborˈtista] ΕΠΊΘ
II. antiabortista <m.πλ antiabortisti, f.pl. antiabortiste> [antiaborˈtista] ΟΥΣ αρσ θηλ
στο λεξικό PONS
antiabortista <-i , -e> [an·ti·a·bor·ˈtis·ta] ΟΥΣ αρσ θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
