Mercia [βρετ ˈməːʃɪə, ˈməːsɪə, αμερικ ˈmɛrʃ(i)ə] αρχαϊκ ΓΕΩΓΡ
- Mercia
- Mercia θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.