nutsy <nutsier nutsiest> [αμερικ ˈnətsi, βρετ ˈnʌtsi] ΕΠΊΘ αμερικ οικ
nutsy → nutty
nutty <nuttier nuttiest> [αμερικ ˈnədi, βρετ ˈnʌti] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.