Oxford Spanish Dictionary
monumental mason ΟΥΣ
monumental [αμερικ ˌmɑnjəˈmɛn(t)l, βρετ mɒnjʊˈmɛnt(ə)l] ΕΠΊΘ
1. monumental (enormous):
2. monumental arch/column/sculpture:
στο λεξικό PONS
monumental [ˌmɒnjʊˈmentl, αμερικ ˌmɑ:njəˈment̬l] ΕΠΊΘ (very big)
monumental [ˌman·jə·ˈmen·təl] ΕΠΊΘ (very big)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- Mont.
- montage
- Montana
- Montenegrin
- Montenegro
- monumental mason
- moo
- MOOC
- mooch
- moo-cow
- mood