Oxford Spanish Dictionary
implicit [αμερικ ɪmˈplɪsɪt, βρετ ɪmˈplɪsɪt] ΕΠΊΘ
2. implicit confidence/trust:
στο λεξικό PONS
implicit [ɪmˈplɪsɪt] ΕΠΊΘ
2. implicit (total):
- implicit faith
-
- implícito (-a)
- implicit
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.