experimentally [αμερικ ɪkˌspɛrəˈmɛn(t)əli, βρετ ɪkˌspɛrɪˈmɛnt(ə)li] ΕΠΊΡΡ
- experimentally
-
-
- experimentally
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.