στο λεξικό PONS
uni·tary [ˈju:nɪtəri, αμερικ -teri] ΕΠΊΘ ΠΟΛΙΤ
- unitary
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
unitary elasticity ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
- unitary elasticity
-
-
- unitary elasticity
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.