στο λεξικό PONS
er·folgs·ab·hän·gig ΕΠΊΘ
Ge·halts·hö·he <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
performance-related ΕΠΊΘ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
performance-related ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
erfolgsabhängig ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
leistungsabhängig ΕΠΊΘ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
performanceabhängig ΕΠΊΘ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.