flighty [ˈflaɪti, αμερικ -t̬-] ΕΠΊΘ usu μειωτ
1. flighty (moody):
2. flighty (light-headed):
- flighty answer, words
- gedankenlos μειωτ
- flighty promise
-
- flighty movements
- fahrig μειωτ
- flighty thoughts
- wirr μειωτ
3. flighty (careless):
- flighty
- leichtsinnig μειωτ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.