I. Tua·reg [ˈtwɑ:reg] ΟΥΣ
1. Tuareg (African language):
- Tuareg
- Tuareg ουδ
2. Tuareg (north African people):
- Tuareg
- Tuareg pl
II. Tua·reg [ˈtwɑ:reg] ΕΠΊΘ
- Tuareg
- der Tuareg nach ουσ
- Tuareg
- Tuareg
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.