Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
uproarious [βρετ ʌpˈrɔːrɪəs, αμερικ ˌəpˈrɔriəs] ΕΠΊΘ
1. uproarious (funny):
- uproarious
-
2. uproarious (rowdy):
- uproarious laughter
-
στο λεξικό PONS
uproarious [ʌpˈrɔ:rɪəs] ΕΠΊΘ
- uproarious
-
-
- uproarious
uproarious [ʌp·ˈrɔr·i·əs] ΕΠΊΘ
- uproarious
-
-
- uproarious
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.