Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
- dilution (pour diminuer la concentration)
- dilution
- dilution
- dilution
- dilution décimale
- decinormal dilution
στο λεξικό PONS
dilution ΟΥΣ no πλ
1. dilution (diluting):
- dilution
- dilution θηλ
2. dilution μτφ (weakening):
- dilution
- baisse θηλ
- dilution de la peinture
- dilution
dilution ΟΥΣ
1. dilution (diluting):
- dilution
- dilution θηλ
2. dilution μτφ (weakening):
- dilution
- baisse θηλ
- dilution de la peinture
- dilution
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- diligent
- diligently
- dill
- dill pickle
- dilly
- dilution
- dim
- dime
- dime bag
- dime novel
- dimension