chemise [βρετ ʃəˈmiːz, αμερικ ʃəˈmiz, ʃəˈmis] ΟΥΣ
1. chemise (dress):
- chemise
-
2. chemise ΙΣΤΟΡΊΑ (undergarment):
- chemise
- chemise θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.